Πλέκω κουκούλι Κουκούλι που πλέκει Τις ώρες που φεύγουν Και είσαι μακριά
“Στη συννεφιά των βλεφάρων σου”- Θεόδωρος Γεωργιάδης
Στη συννεφιά των βλέφαρών σου, τα κουρασμένα μου φτερά θέλω απόψε να απλώσω μια στάλα να ξεκουραστώ.
“Ο άλλος εαυτός”- Ελένη Κατσώνη
Ξεκλείδωσε την εξώπορτα, μπήκε στο διαμέρισμα κι έκλεισε την πόρτα πίσω της. Στηρίχτηκε πάνω της με όλο το κορμί της κι έκλεισε με δύναμη τα μάτια της.
“Απωθημένο”- Μαρία Σπανού
Να σε ακούω θέλω, να μπαίνω σ’ένα όμορφο παραμύθι και να μη θέλω να βγω.
“Από το σημείο Α, στο σημείο Β”- Κωνσταντίνος Παναγιωτόπουλος
Αφήνουμε τον Πειραιά πίσω μας. Αυτό το πρωί, κάτι εκατοντάδες περιπλανώμενοι εγκαταλείψαμε την πόλη. Μπροστά μας, στο βάθος, η Σίφνος.
“Ερωτική σύγχυση”- Χριστίνα
Δεν ξέρω τι συνέβη. Δεν ξέρω πώς συνέβη. Μα κάποιες νύχτες σ’ άκουγα που σκάλιζες την πόρτα. Ύστερα ξάπλωνα, δίπλα μου σ’ έβλεπα.
“Όνειρα γεμάτα ελπίδες που χάνονται ξαφνικά”- Αλέξανδρος Κατάκαλος
Το πρωί. Ανοίγω τα μάτια μου και νιώθω ένα κρύο αεράκι να με χτυπάει. Ο καιρός ήταν θυμωμένος και οι κουρτίνες σαν τρελές ανέμιζαν. Βγήκα έξω και έμεινα με την βροχή, σε μπαλκόνι δύο τετραγωνικών να μου κρατάει συντροφιά.
“Μάσκες, νουάρ και λοιπές φανταστικές ανησυχίες” – Γιώργος Μπεκιάρης
Τράβηξε απαλά το κλειδί από τη μίζα του παλιού γαλλικού του σαράβαλου. Στο στενό άκουγε μόνο τα βήματα του στις υγρές πλάκες του δρόμου. Κοίταξε μέσα στο μπάρ τους ελάχιστους θαμώνες. "Κάποτε δεν χώραγες εδώ μέσα", σκέφτηκε.
“Το τελευταίο τσιγάρο” -Pit
Κάπνιζες όταν σε είδα. Ο καπνός σερνόταν γύρω από το πρόσωπό σου καθώς κοιτούσες έξω από το παράθυρο. Δεν ξέρω γιατί, αλλά ένιωσα λύπη να λιμνιάζει στον πάτο της κοιλιάς μου.
“Πίνακας με λουλούδια”- Ορφέας Σουρής
Δείγματα υπάρχουν παντού, κανείς όμως σ΄ αυτή την πόλη δεν σου μοιάζει, κανένας δε μιλά όπως εσύ. Γνωρίζω καλά πως δεν είναι εμπορική συναλλαγή, κατά βάθος δεν έχει να κάνει με το τι δίνεις και τι παίρνεις, αντίθετα είναι προσωπική υπόθεση.